Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Σελίδες που διαβάζονται και ξαναδιάζονται...


Υπάρχουν βιβλία, σαν λόγια που δεν ξεχνάς ποτέ..
Βιβλία που αν μπορούσα να κουβαλώ συνεχώς μαζί μου, θα το έκανα..
Βιβλία που τα ανοίγω για το παραμικρό, και τα κλείνω έχοντας πάρει απαντήσεις..


Η λίστα δεν είναι μεγάλη, για να είμαι ειλικρινής..
Ακριβώς για αυτό το λόγο, θέλω να αρχίσω να τη μοιράζομαι..


Πρώτη στάση, λοιπόν.
«Ανοιχτά Χαρτιά» Οδυσσέας Ελύτης..
Μια συλλογή με λογής λογής κείμενα (πεζά) του Ελύτη, που καταπιάνονται με ό,τι καταπιάνεται η ζωή: από την τέχνη, τη ποίηση, την τόλμη, την τύχη, μέχρι τον έρωτα (πώς θα μπορούσε χωρίς αυτόν;), το 1940, τον Ανδρέα Κάλβο, τον ζωγράφο Θεόφιλο, την ημιμάθεια, τη γνώση, το θέατρο, τα όνειρα, τους ανθρώπους, την απόσταση...


Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω και να σταχυολογήσω κάτι από όλα αυτά..
Σχεδόν πάντα ακολουθώ την μέθοδο του τυχαίου: ανοίγω τυχαία μια σελίδα, και έτσι ανατρέχω στην αντίστοιχη ενότητα.
Υπάρχουν όμως και φορές, που επί τούτου, ανατρέχω σε συγκεκριμένη σελίδα για να πάρω απαντήσεις.. ή για να μου γεννηθούν ερωτήσεις σε απαντήσεις που νόμιζα ότι γνώριζα...


Ας μιλήσουμε, στην αρχή, για όνειρα..
Ας μιλήσει ο Ελύτης για την ακρίβεια, για όνειρα...


«Στο σημείο που όλοι οι άνθρωποι γίνονται ποιητές, παύουν να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους. Κάποτε, όταν ρώτησα ένα θείο μου, φημισμένο για τα αυστηρά του ήθη, τί είδους όνειρα έβλεπε, μου αποκρίθηκε με ιερή αγανάκτηση: “Όνειρα; τρελός είμαι, παιδάκι μου, να βλέπω όνειρα;”.
Καταλαβαίνετε, δηλαδή: το ένα τρίτο της ζωής μας είναι αμελητέο, καταδικαστέο, ίσως και ανήθικο· και αν είχε τρόπο η κοινωνία να μας παρακολουθεί στον ύπνο, είναι σίγουρο πως θα βρισκόμασταν κάθε λίγο και λιγάκι στα δεσμωτήρια.
Δεν υλοποιεί, φαίνεται, κανένας τα συναισθήματά του ατιμωρητί. Ακόμη και όταν οι άλλοι δεν επεμβαίνουν, επειδή δεν έχουν τον τρόπο, αναλαμβάνουμε οι ίδιοι εμείς ν’ απομονώσουμε και να ρίξουμε στον ιδιωτικό μας Καιάδα κάθε τέτοιου είδους ελευθερία. Επειδή μπορεί να την υμνολογούμε κάθε μέρα την ελευθερία, να την επικαλούμαστε, μόλις όμως μας έρθει της κλείνουμε την πόρτα. Κάτι ξέρουνε αυτοί που λένε πως είναι πολύ σκληρό πράγμα να γίνεσαι, έστω και για μια στιγμούλα, Θεός.
Αλλ’ ας μη φτάσουμε ως εκεί.


....


Ανάμεσα στη φροϋδική Επιστήμη των Ονείρων και στους λαϊκούς Ονειροκρίτες έτρεφα πάντοτε την ελπίδα να βρω έναν τρίτο δρόμο, έναν τρόπο λιγότερο επιστημονικό, και συνάμα λιγότερο αφελή, που να μου επιτρέπει να χειρίζομαι το υλικό των ονείρων, ανεξάρτητα και πάνω από την ψυχαναλυτική ή την προφητική σημασία τους.
Πολύ γρήγορα κατάλαβα ότι “δεν είναι εύκολες οι θύρες”. Ελάχιστοι είχαν προσπαθήσει ν’ ανοίξουν τον δρόμο προς την κατεύθυνση αυτή. Και συλλογίζομαι ότι η αδυναμία μας να προσδιορίσουμε ποιός είναι ο χώρος όπου, παρ’ όλα αυτά, δρούμε σε κάποια περίοδο του εικοσιτετραώρου, κάθε εικοσιτετράωρο, εναντίον όλων των φυσικών νόμων, αποτελεί δείγμα της μετριότατης αντίληψης που έχουμε για τη μια και μόνη, όπως ισχυριζόμαστε, ζωή που μας δόθηκε. Πολύ περισσότερο που πρόκειται για το μόνο μέρος όπου ενεργούμε χωρίς δεσμεύσεις· χωρίς αίσθηση του χρόνου· χωρίς ντροπή....
Η μακραίωνη συνήθεια των ανθρώπων να ταυτίζουν οτιδήποτε ωραίο ή ανέφικτο με το όνειρο εκεί οφείλεται, πιστεύω: στην πλασματική έννοια ενός κόσμου αναστυνόμευτου περισσότερο παρά στην απολαβή στιγμών ευτυχισμένων, που κατά κανόνα είναι σπανιότερες από τις αγχώδεις και τις εφιαλτικές.
Το αποτέλεσμα το βλέπουμε στη δυνατότητα της απομνημόνευσης. Επειδή τί άλλο παρά μια υπαγορευμένη, άθελά μας, έντονη απώθηση μπορεί να είναι εκείνο που μας κάνει να μην διασώζουμε, συνήθως, παρά ψυχία σκηνών ή εικόνων, τις περισσότερες φορές – και τίποτε, παρεχτός ένα συναίσθημα ευχάριστο ή δυσάρεστο, κενό από κάθε περιεχόμενο;
Ναι, ο Φρόυντ είχε δίκιο. Το όνειρο σε αφήνει όταν το αφήνεις. Προσωπικά, σε περιόδους όπου έτυχε ν’ ασκήσω τον εαυτό μου επιτούτου, κατάφερα να συγκροτήσω, όπως από τα θραύσματα ενός αγγείου οι αρχαιολόγοι, ολόκληρο το αντικείμενο κι αυτό με κίνδυνο να θεωρηθώ μυθοπλάστης. Τόσο απίθανο μας φαίνεται να υπάρχει συνέπεια στη σειρά από τα «δρώμενα», όπου η λογική δεν έχει πλέον τον πρώτο λόγο.


....


Η πλησιέστερη παρομοίωση που μου έρχεται αυτή τη στιγμή στο νου είναι από τη μουσική. Επειδή, βέβαια, όλα εκείνα που έκανα μέσα στα όνειρά μου, τα ’νιωθα ν’ απομακρύνονται πολύ από τη γραμμή της ζωής μου, όμως πάντοτε σε συμφωνία μαζί της. Θέλω να πω, να φτάνουν με φαντασμαγορικούς μαιάνδρους ως τις τέσσερις άκριες του απίθανου και πάλι, στο τέλος, να επαναστρέφονται και να συνενώνονται με το κύριο κομμάτι που εξακολουθούσα να παίζω ξυπνητός. Ακριβώς όπως σ’ ένα κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα, ξυπνητός ήμουνα το βιολί· στον ύπνο μου, όλα τα άλλα όργανα, που ακολουθούσαν τη δική τους ροή, για να επιστρέψουν αρμονικά και να συμπλεύσουν με την πρωτεύουσα μελωδία..».


Και ακολουθούν τα όνειρά του σε κατηγορίες: «οι λέξεις και τα όνειρα», «τα όνειρα, οι άνθρωποι, και οι τόποι» και «τα όνειρα και η απόσταση (θραύσματα ονείρων)».

(Οδυσσέας Ελύτης, «Ανοιχτά Χαρτιά», εκδ. Ίκαρος)
(* Αφιερωμένο σε μια γυναίκα που απλόχερα μου έδειξε αυτόν τον γοητευτικό δρόμο)...
















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου