Παρασκευή 18 Ιουνίου 2021

criminal minds.

Άλλοι το είχαν υποψιαστεί από την αρχή. Άλλοι άρχιζαν να το υποψιάζονται στην πορεία. Άλλοι δεν μπορούν ακόμα να το συνειδητοποιήσουν.

Για άλλη μια φορά, όπως πάρα πολύ συχνά συμβαίνει τον τελευταίο καιρό, μια γυναίκα δολοφονείται επείδη, κατά βάση, θέλησε να φύγει από τον γάμο/σχέση. Για άλλη μια φορά ένα από τα «καλύτερα παιδιά» τελικά δεν ήταν και τόσο. Για άλλη μια φορά σε ένα «πολύ αγαπημένο ζευγάρι» πίσω από τις πόρτες ο ένας από τους δύο δεν περνούσε καλά, έπεφτε θύμα κακοποίησης, οποιασδήποτε μορφής. Για άλλη μια φορά είναι γυναίκα το θύμα. Για άλλη μια φορά, τα χέρια που αγκάλιαζαν  το γυναικείο σώμα, αυτά που πρόσφεραν χάδια, στοργή, ζεστασιά και αγάπη, αυτά τα χέρια κλείδωσαν τον λαιμό κι έκοψαν την αναπνοή. Είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά.

Το πόσο νοσηρό είναι να σκοτώνεις την σύντροφό σου/γυναίκα σου και μητέρα του παιδιού σου, μπροστά στα μάτια του, δεν χρειάζεται ανάλυση ούτε αμφισβήτηση.

Το πόσο νοσηρό είναι να θανατώνεις τον ίδιο σου τον σκύλο με αυτόν τον αποτρόπαιο τρόπο, το ίδιο.

Η στιγμή που τα χέρια του δολοφόνου αγκαλιάζουν τη μαμά του θύματος στο μνημόσυνο, σπάει το στομάχι.

Και η στιγμή που ο δολοφόνος κοιτάζει την κάμερα, παγώνει το αίμα.

Η γλώσσα του σώματος και το βλέμμα σχεδόν πάντα λένε περισσότερα από τις λέξεις.

Τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει.

Ούτε τέλεια ζευγάρια. Ούτε τέλειες σχέσεις.

Ας μην κυνηγάμε το τέλειο.

Ας ψάχνουμε το ανθρώπινο, το αληθινό.

Κι ας ακούμε την φωνή μέσα μας που λέει «είναι ωραία εδώ» είτε «φεύγεις τρέχοντας».

Βγαίνει σχεδόν πάντα αληθινή.


Τετάρτη 16 Ιουνίου 2021

wild wild country. wild wild world.

Wild Wild Country.

Μια ιστορία για την οποία δεν είχα την παραμικρή ιδέα. Λαμβάνει χώρα σε μια σχεδόν λιλιπούτεια πόλη, χωριό θα λέγαμε, του Oregon, την Antelope, της επαρχίας Wasco.

Όμως έχει ξεκινήσει από την Ινδία, γύρω στο 1968, από μια ομάδα ανθρώπων που λατρεύουν τον Bhagwan Shree Rajneesh, τον θεωρούν τον νέο μεσσία, παρά την αποποίηση του τίτλου από τον ίδιο.

Δεκαετία 1970.

Η ιστορία από μόνη της δεν διαφέρει και πολύ από όλες τις υπόλοιπες που έχουν να κάνουν με ελπίδες, πίστη, αφοσίωση τυφλή σε μια ιδέα, σε έναν άνθρωπο, σε μια θρησκεία. Φανατισμός, οργάνωση, μια ολόκληρη πολιτεία στήθηκε, με τους δικούς της νόμους, κανόνες, πόρους φυσικούς και τεχνητούς, έθιμα, αλλά και όλα τα -αντί: αντι-έθιμα, αντι-κανόνες, αντι-νόμους.

Αλλά ταυτόχρονα διαφέρει και πολύ. Δεν είναι μόνο ότι κατάφεραν να επιβληθούν μιας γης κάποιων χιλιάδων στρεμμάτων, στη μέση του πουθενά. Ούτε ότι κατάφεραν να δημιουργήσουν μια πλήρως αυτόνομη κοινότητα 10.000 ανθρώπων (για αρχή) με τους δικούς της πόρους, σε μια άγονη γωνιά του πλανήτη. Ούτε ότι σόκαραν και ταρακούνησαν τους πλέον συντηρητικούς 40-50 κατοίκους της ήσυχης πόλης, βλέποντας τους «ανθρώπους με τα κόκκινα» να αλωνίζουν, να κάνουν σεξ, να έρχονται σε έκσταση, να ζουν μια ζωή εκτός των κοινωνικών προσταγών και όρων.

Ναρκωτικά και αλκοόλ δεν επιτρέπονταν.

Παρά μόνο όταν χρειάστηκε να κρατήσουν ήρεμους και ήμερους τους άστεγους που είχαν μεταφέρει από όλες τις μεγαλουπόλεις προκειμένουν να τους στηρίξουν στις εκλογές τους. Τους πότιζαν με μπύρα εμπλουτισμένη με ηρεμιστικά για να τους κρατούν σε μόνιμη καταστολή.

Όπλα δεν επιτρέπονταν.

Παρά μόνο όταν χρειάστηκε να ανταποδώσουν σε χτύπημα από το σύστημα, και να διεκδικήσουν δικαιώματα. Τότε έβαλαν βόμβα σε κοινοτικό κτίριο της πόλης και έκτοτε κυκλοφορούσαν με τα χαΐμαλιά της ειρήνης κρεμασμένα στο λαιμό συνδυασμένα και φορεμένα με τα ούζι.

Το μόνο ζητούμενό τους η ειρήνη.

Παρά μόνο όταν άρχισε να απειλείται η κυριαρχία τους και διέσπειραν σαλμονέλα σε όλον τον τοπικό πληθυσμό, λίγες μέρες πριν τις εκλογές.

Γάμοι και επίσημες σχέσεις δεν υπήρχαν. Όλοι με όλους. Κοινόβιο.

Παρά μόνο μια γυναίκα που έδωσε ψυχή και πνεύμα στον γκουρού, και προδόθηκε με τον χειρότερο τρόπο. Που δεν δίστασε να τα βάλει με όλους και με όλα. Που αφοσιώθηκε στο θέλημά του, στις ιδέες του και το όραμά του. Αφομοιώθηκε. 

Ενώ αυτός ήταν ο μεγάλος απών. Από όλους και από όλα. Από τους χιλιάδες ανθρώπους που άφησαν πίσω τους τις ζωές τους, για να χτίσουν την Rajneeshpuram. Είχε αναγάγει τη σιωπή του και την απουσία του σε φιλοσοφία. Οι άλλοι καθάριζαν για αυτόν. Οι άλλοι δούλευαν μερόνυχτα για να χτίσουν την ιδανική κοινότητα. Οι άλλοι γίνονταν αντικείμενα ρατσισμού και χλευασμού. Οι άλλοι βρέθηκαν μπροστά στα ηθικά διλήμματα «να σκοτώσω πριν μας επιτεθούν». Με τα χρήματα των άλλων γίνονταν όλα. Οι άλλοι γίνονταν ασπίδα σε κάποιον που ήταν ακριβοθώρητος.

Εκείνος φρόντιζε τις 90 περίπου Rolls Royce. Δεν ήταν και λίγη δουλειά.

Μέχρι που έγινε η πλήρης ανατροπή. Μέχρι που όλα γκρεμίστηκαν και ξεχάστηκαν οι κοινές ιδέες, οι κοινοί στόχοι, τα κοινά ιδανικά, η ελευθερία, η συλλογικότητα, το κοινό καλό, ο κοινός τόπος.

Βέβαια υπάρχει κι άλλη ανάγνωση.

Το κάθε τι διαφορετικό ανέκαθεν ενοχλούσε. Το κάθε τι περίεργο ανέκαθεν κινούσε υποψίες. Το κάθε τι εκτός των κοινωνικών πλαισίων προβλημάτιζε. Η κοινωνική κορνίζα χωράει συγκεκριμένη εικόνα με συγκεκριμένα περιθώρια γύρω γύρω. Οτιδήποτε άλλο περισσεύει, είναι επικίνδυνο κι είναι καλό να απομακρυνθεί το συντομότερο. 

Γιατί αν είναι μεταδοτικό; Αν κολλήσουμε «κι εμείς» και γίνουμε «σαν αυτούς»;

Έτσι όπως συμβαίνει πάντα, δηλαδή.

Αυτοί που μπορούν να σε κάνουν να πιστέψεις απιθανότητες, είναι ικανοί να σε πείσουν να διαπράξεις φρικαλεότητες, έχει πει ο Βολταίρος. Για να τον συμπληρώσει ο Νίτσε λέγοντας πως ο φανατισμός είναι η μόνη μορφή θέλησης που μπορεί να διαπνέει τους αδύναμους και τους ντροπαλούς.

Η ιστορία πάντα διδάσκει.

Από την πιο μικρή μέχρι την πιο μεγάλη της στιγμή.

Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα μάθουμε ποτέ τελικά από αυτήν.

Μέχρι στιγμής τα σημάδια δείχνουν απογοητευτικά.

Αλλά ποτέ δεν ξέρεις.

[το soundtrack είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, με κορυφαία ίσως στιγμή για μένα αυτό]




Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

... τέλος εποχής (άλλο ένα)...



Το 2004 το ερωτεύτηκα. Το ονόμασα "το νησί των επιθυμιών", γιατί ό, τι ακριβώς επιθυμούσα, το έβρισκα μπροστά μου.

Στη Μαλτεζάνα ονειρευόμουν ένα μικρό σπιτάκι που απλά θα ανοίγω τα ξύλινα παντζούρια (σε χρώμα πολύ ανοιχτό γαλάζιο κατά προτίμηση), και θα κάθομαι σε μια ταράτσα με θέα το άπειρο Αιγαίο.

Στη Χώρα λάτρεψα το κάθε σκαλοπάτι που οδηγούσε στα κατάλευκα στενά και στην κορυφή του Κάστρου.

Στο Βαθύ κόπηκε η ανάσα μου από την άγρια ομορφιά και το απόλυτο ζεν που το νιώθεις μέχρι το πετσί σου.

Δεν υπάρχει σπιθαμή του νησιού που δεν έχω πατήσει, αφού ποτέ δεν έχανα ποτέ την ευκαιρία να "περάσω να πάρω την δόση μου".

Δεν υπάρχει παραλία προσβάσιμη ή μη που να μην πάτησα.

Το 2017 ήταν η τελευταία φορά. Ήδη κάποιες αλλαγές μικρές (αλλά κομβικής σημασίας για μένα) είχαν αρχίσει να φαίνονται.

Ξαφνικά έγινε "το νησί της θετικής ενέργειας". Και χρειάστηκαν" χορηγοί" για αυτό. Καπνοβιομηχανίες, πολυεθνικές αυτοκινήτων κ.λπ. Και η φυσική θετική ενέργεια του νησιού, που ανέβλυζε από κάθε πέτρα και κόκκο άμμου, έγινε τεχνητή.

Κρίμα.

Ελπίζω τουλάχιστον, το πιο ωραίο γήπεδο μπάσκετ που κυριολεκτικά κρέμεται στο Αιγαίο, που φοβάσαι ότι αν δεν μπει καλάθι η μπάλα θα βρεθεί στην Κάλυμνο, στην καλύτερη περίπτωση, να μην τολμήσει να το αγγίξει κανείς.

Μάλλον δεν θα το μάθω, τουλάχιστον όχι σύντομα, γιατί αυτή τη νέα Αστυπάλαια δεν έχω καμία περιέργεια και επιθυμία να τη δω.

Και λυπάμαι πολύ για αυτό.

Οι αλλαγές δεν είναι πάντα για το καλό.

Η Αστροπαλιά είχε πάντα τα δικά της άστρα. 

Δεν χρειαζόταν διάττοντες αστέρες. 

Γνώμη μου.