Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

το animal print σκουφί

Δήμητρα Ζαπονίδου.

Η πρώτη γυναίκα αρχηγός της πρώτης Εθνικής Ομάδας Μπάσκετ Γυναικών.

Το βλέμμα μου αμέσως έπεσε πάνω στο βλέμμα της. Και μετά στο animal print μάλλινο σκουφί της.



Ο ορισμός του fashion icon. Αναμφισβήτητα.

Και μετά από πολύ καιρό η τηλεόραση, για κάποια λεπτά, απέκτησε ενδιαφέρον.

Άρχισε να εξιστορεί την ιστορία της, πώς ξεκίνησε το μπάσκετ, πώς βρέθηκε στη θέση της αρχηγού. Η εξιστόρησή της ζωντανή, όσο και το βλέμμα της. Και ένα μόνιμο χαμόγελο συγκίνησης στο πρόσωπο.

«Δεν παραπονέθηκα ποτέ για τίποτα. Το αντίθετο. Ήμουν ευγνώμων πάντα για όσα μου έφερνε η ζωή, ακόμα και για τα πιο δύσκολα».

Η μαμά της μανάβισσα. Φτώχεια μεγάλη. Τις Κυριακές πήγαινε στον Έσπερο και παρακολουθούσε βόλεϋ, μέχρι που την πλησίασε ο προπονητής της και της πρότεινε να αρχίσει να παίζει.

«Κάποια στιγμή διαβάζω ότι έχει ομάδα μπάσκετ ο Πανιώνιος. Πάω και τους λέω, με θράσος ε; “Θέλω να παίξω”. Έφευγα από το εργοστάσιο που δούλευα στις 5, με το σορτσάκι στην τσάντα, γιατί στις 6 είχα προπόνηση. Πήγαινα από του Χαροκόπου στη Ν. Σμύρνη με τα πόδια και δεν διαμαρτυρήθηκα ποτέ μου».

Το 1951 η γυναικεία ομάδα κατέκτησε αήττητη το γυναικείο Πρωτάθλημα Αθηνών-Πειραιώς. «Στον τελικό, όταν μπήκα στο γήπεδο, μια εξέδρα φώναζε “δεν μπορείς Ζαπονίδου, δεν μπορείς”. Τα έχασα. Ήθελαν να μου σπάσουν το ηθικό. Και πράγματι στην αρχή δεν είχα βάλει ούτε ένα σουτ. Και όπως έχω την  μπάλα, γυρίζω, πάω εδώ και εκεί και από δω και από εκεί, δεν έχασα ούτε ένα καλάθι. Έτσι πήραμε την νίκη».

Ακολουθούν νίκες και στο εξωτερικό, ως Εθνική Ομάδα Καλαθοσφαίρισης πια, στο Λίβανο (1958), πρωτοσέλιδα σε περιοδικά, εφημερίδες. Θρίαμβος και θρύλος.

Και κάποια στιγμή, φτάνει η αφήγηση στην προσωπική ζωή.

«Σταμάτησα το μπάσκετ στα 23 μου. Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά. Ο σύζυγός μου δεν ήθελε να συνεχίσω. Δεν με καμάρωσε ποτέ για ό,τι είχα κάνει. Με ζήλευε. Τα όποια έπαθλά μου, μετάλλια, κύπελλα κ.λπ., τα είχα όλα στο πατάρι, γιατί δεν ήθελε ούτε να τα βλέπει».

«Το ότι σταμάτησα το μπάσκετ ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου. Το ότι έκανα κάτι που δεν ήταν δική μου επιθυμία αλλά επιθυμία κάποιου άλλου, δεν θα το συγχωρήσω στον εαυτό μου».

Και αυτή ήταν η μοναδική στιγμή που αυτό το τόσο φωτεινό πρόσωπο, το γεμάτο ρυτίδες ζωής, χαράς, γέλιου αλλά και ταλαιπωρίας, στερήσεων, σκοτείνιασε.

Και αμέσως σκέφτηκα. Πώς είναι να χαρίζεις την ζωή σου ολόκληρη σε έναν άνθρωπο που «δεν σε καμάρωσε ποτέ»; Πώς είναι να εξαφανίζεις όλες τις αναμνήσεις σου στριμωγμένες σε ένα πατάρι «επειδή δεν ήθελε ούτε να τα βλέπει». Πώς ένα «ναι» μπορεί να ακυρώσει μια πορεία ζωής; Πώς θα ήταν η ζωή της αν αυτό το «ναι» ήταν «όχι»;

Ίσως κανείς δεν έχει απάντηση. Ίσως ούτε η ίδια.

Αυτό που σίγουρα έγραψε στο μυαλό μου ήταν η εικόνα μιας γυναίκας, που στα 80 χρόνια της πια, μπήκε σε ένα γήπεδο μπάσκετ, σκάναρε με το βλέμμα της τον χώρο και είπε «πωπω, τί ομορφιά». Και μετά πήρε την μπάλα και έριξε σουτ. 

Μπορεί να μην μπήκε καλάθι (*αν και δεν ήθελε πολύ).

Άλλωστε ένα καλάθι ακόμα, στα τόσα πάρα πολλά, τί να πει. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου